Από πολύ μικρή, βρέφος σχεδόν, μεγάλωσα με το ραδιόφωνο. Αυτό με ηρεμούσε όταν με έπιανε η ακατανίκητη παρόρμηση για γκρίνια, αυτό δρόσιζε τον πυρετό μου όποτε αρρώσταινα, αυτό με νανούριζε όταν αρνιόμουν σαν καλό παιδάκι να πάω για ύπνο, αυτό με παρηγορούσε όταν μ' έπνιγε το παιδιάστικο παράπονο, αυτό συνόδευε τη γλυκιά φωνή της μάνας μου αργότερα, όταν το βραδάκι έπεφτε κι εκείνη μπάλωνε, σιδέρωνε ή ακόμη ετοίμαζε το τραπέζι για να φάμε όλοι μαζί (ωραία που ήταν χωρίς τηλεόραση!). Έτσι μεγάλωνα και μεγάλωσα... ρουφώντας ήχους. Τα δημοτικά που αγαπούσε η γιαγιά, τα τραγούδια του Αττίκ και των άλλων του είδους, που κάποιοι αργότερα ενοχοποίησαν ως «ελαφρά», τις καντάδες, αλλά και αργότερα τα λαϊκά, τα ρεμπέτικα, το λεγόμενο έντεχνο, τις ροκιές της εφηβείας... τέλος δεν έχουν οι αναζητήσεις ως τα σήμερα.
Κατά έναν περίεργο τρόπο πάντα, από μικρό παιδί, με έθελγαν ακούσματα που χτυπούσαν κατευθείαν στην ψυχή, που μ' έκαναν για κάποιον ανεξήγητο λόγο να θέλω να κλάψω. Απορούσαν οι μεγάλοι: «μα εμείς εδώ βάλαμε μουσική να διασκεδάσουμε και το παιδί δακρύζει;» έλεγαν. Ακόμα και στα εφηβικά μου χρόνια της άρνησης, της αναζήτησης, της σκληρής αντιπαράθεσης του άλλοτε με το τώρα.
Ένα από εκείνα τα ακούσματα ήταν και τα αργεντίνικα τανγκό, πολλά από τα οποία (όπως έμαθα αργότερα) είχαν μεταφερθεί στα ελληνικά και ηχογραφηθεί από Έλληνες καλλιτέχνες. Έτσι τα τραγουδούσαν η μαμά κι ο μπαμπάς και τα χόρευαν κιόλας εξαίσια, μ' εμένα να χαζεύω και να μη θέλω να τελειώσει το τραγούδι. Χορό δεν έμαθα ποτέ - υπερβολικά ντροπαλή εκ φύσεως. Κι αν τα πόδια δε με πάνε, έχω όμως χορευταρού ψυχή που δε χάνει βήμα.
Κάποτε έμαθα πως για πολλά από εκείνα τα υπέροχα τραγούδια που απείρως με συγκινούσαν υπεύθυνος ήταν ο κύριος της φωτογραφίας, για τον οποίο θα μιλήσω παρακάτω.
Γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1887 στην Τουλούζη της Γαλλίας από άγνωστο πατέρα και μητέρα τη Berthe Gardes. Σε ηλικία 27 μηνών η μητέρα του τον έφερε στην Αργεντινή, την υπηκοότητα της οποίας απέκτησε το 1923. Μια άλλη θεωρία για τον τόπο γέννησής του λέει πως γεννήθηκε στην Ουρουγουάη, μια και ο ίδιος ισχυρίστηκε πως ήταν Ουρουγουανός στην αίτησή του για την απόκτηση της αργεντίνικης υπηκοότητας και καθώς βρέθηκε στη σορό του μισοκαμένο ουρουγουανό διαβατήριο. Μολονότι τρεις χώρες ερίζουν για την καταγωγή του, εκείνος όταν ρωτούνταν συνήθιζε να λέει πως γεννήθηκε στο Μπουένος Άυρες σε ηλικία δυόμισι ετών, καθώς εκεί μεγάλωσε και τη μουσική της Αργεντινής υπηρέτησε.
Ξεκίνησε την καριέρα του τραγουδώντας σε μπαρ και ιδιωτικά πάρτι αρχικά με τον Francisco Martino κι έπειτα σχηματίζοντας τρίο με τους Martino και Jose Razzano. Θεωρείται ο δημιουργός του τραγουδιού tango από το 1917 που ερμήνευσε το Mi Noche Triste των Pascual Contursi και Samuel Castriota, τραγούδι που πούλησε πάνω από δέκα χιλιάδες αντίτυπα κι έγινε επιτυχία σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική.
Έκανε περιοδείες στην Αργεντινή, την Ουρουγουάη, τη Χιλή, τη Βραζιλία, το Πουέρτο Ρίκο, τη Βενεζουέλα, την Κολομβία κι εμφανίστηκε επίσης στο Παρίσι, τη Νέα Υόρκη, τη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη. Στους πρώτους τρεις μήνες της επίσκεψής του στο Παρίσι το 1928 πούλησε εβδομήντα χιλιάδες δίσκους. Η αυξανόμενη δημοτικότητά του, το εκπληκτικό ταλέντο του στο τραγούδι και τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του που θύμιζαν κινηματογραφικό αστέρα τον οδήγησαν στη δημιουργία ταινιών στη Γαλλία και τις ΗΠΑ για λογαριασμό της Paramount.
Η αλάνθαστη μουσικότητα της ιδιαίτερης βαρύτονης φωνής του και το δραματικό χρώμα που προσέδιδε στις ερμηνείες των στίχων ανέδειξαν σε μικρά αριστουργήματα τις εκατοντάδες ηχογραφήσεις του.
Πέθανε στις 24 Ιουνίου 1935 σε ένα αεροπορικό δυστύχημα στην Κολομβία οδηγώντας σε βαρύ θρήνο τα εκατομμύρια των θαυμαστών του σε όλο τον κόσμο. Ακόμα και σήμερα τιμάται παγκοσμίως κι αποκτά καινούριους θαυμαστές. Στη Λατινική Αμερική μάλιστα λένε «ο Gardel τραγουδά όλο και καλύτερα κάθε μέρα» και σχεδόν πάντα στο άγαλμα που στήθηκε στον τάφο του βλέπει κανείς ένα τσιγάρο αναμμένο ανάμεσα στα δάχτυλά του τοποθετημένο εκεί από κάποιον θαυμαστή.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ : Η παρακάτω playlist αφιερώνεται στην εκλεκτή Βίκυ Παπαπροδρόμου που έδωσε το ερέθισμα.
9 σχόλια:
Σ' ευχαριστώ πολύ, νεροκόριτσό μου. Είσαι μια κούκλα! :-)
Ξύπνησα μέσα σου το δαίμονα του ταγκό, ε;
Πολύ ωραία τραγούδια...Ωστε έτσι πέθανε ο άνθρωπος...ΠΟλύ όμορφη φωνή...
Καλησπέρα..
@ Βίκυ,
δεν ξέρω αν ποτέ κοιμάται ο δαίμων αυτός :-) Πάντως αλήθεια έχω θέμα με τη Λατινική Αμερική αλλά και την Ισπανία (φλαμένκο) και Πορτογαλία (φάδος).
@ Artanis,
ναι, ιδιαίτερη φωνή και πολύ ωραία τραγούδια.
respect
g r
Αμάν, τώρα το είδα αυτό! Που τον ξέρεις τον Carlos Gardel; Αυτές τις μέρες προσπαθώ να του ετοιμάσω ένα αφιέρωμα... Λατρευόταν στην Αργεντινή (αν και γεννήθηκε στην ουρουγουάη) αλλά στάθηκε άτυχος... Έχεις ωραία τραγούδια στη λίστα σου αλλά προσπάθησε να βρεις και το "Mi Buenos Aires Querido", το έκανε τεράστια επιτυχία...
@ Diatton,
καλώς ήρθες από δω! Δε θυμάμαι να έχουμε ξαναμιλήσει.
Πού τον ξέρω; Πρώτον από το ραδιόφωνο (ας είναι καλά ο Γιώργος Παπαστεφάνου, κυρίως), δεύτερον από τις μεταφορές των τραγουδιών του στα ελληνικά και τρίτον επειδή είμαι μεγαλύτερη από σένα :-)
Το έχω το "Mi Buenos Aires Querido" και το είχα βάλει στη λίστα μαζί με την περιβόητη "Cumparsita" και το "Caminito" (το οποίο αγαπώ πολύ) αλλά αφού την είχα ωραία ωραία φτιάξει τα συγκεκριμένα τραγούδια δεν τα έπαιζε, κόλλαγε και τα προσπερνούσε κι έτσι αναγκάστηκα να τα αφαιρέσω.
Καλή σου μέρα!
Κι εσύ, λοιπόν, δεν έχανες εκπομπή του Παπαστεφάνου, ε; Τι ρωτάω τώρα θα μου πεις, τα αυτονόητα; :-)
@Βίκυ μου,
πράγματι δεν έχανα. Κυρίως τις ραδιοφωνικές του "Καλησπέρα, κύριε Έντισον", όπου ο άνθρωπος έδινε ρέστα. Και τώρα τον ακούω τις Κυριακές στο "Ράδιο Νοστσλγία" μαζί με τον Κωστάλα, τον Πετρίδη και τον δικό σας, τον Κονκαλίδη. Είμαι ραδιοφωνιτζού εγώ κι ας μην ακούω πια τόσο όσο παλιότερα. Αλλά και οι τηλεοπτικές εκπομπές του Παπαστεφάνου είναι υποδειγματικές. Κι αντί κάτι τέτοια να τα επαναλαμβάνει η κρατική τηλεόραση από καιρού εις καιρόν (αφού έχει σταθεί αδύνατον να βρεθεί ένας άξιος διάδοχος)...
Είχα κι ένστικτο από πιτσιρίκι... Το μυριζόμουνα το διαμάντι από μακριά. Θυμάμαι στα "Τραγούδια στο συρτάρι" τη Γαλάνη να τραγουδάει πρώτη φορά το "Αν μ' αγαπάς φίλα σταυρό" του Γιώργου Χατζηνάσιου και να λέω στη μάνα μου : "αυτό σε λίγο καιρό θα κυκλοφορήσει σε δίσκο και θα αγαπηθεί". Το ίδιο συνέβη (μη βαράς) με "Τα Πικροσάββατα". Παρουσιάστηκαν στην εκπομπή η Χαρούλα με το Μητροπάνο να λένε "Το χατίρι" την άνοιξη και το Δεκέμβρη (κάπου εκεί, πάντως τον προσεχή χειμώνα ήτανε) βγήκε ο δίσκος. Άσχετα που ο κόσμος ακούει περισσότερο τα πιασάρικα.
Έχω περιπτώσεις τέτοιες... αλλά με δικαιώνει ο χρόνος. Το ίδιο έγινε με το "Θεός αν είναι" από το "Παραδέχτηκα" των Μπρέγκοβιτς - Νικολακοπούλου με την Πρωτοψάλτη. Τα ραδιόφωνα παίζαν ασταμάτητα το "Βενζινάδικο" και το "Να 'ταν η χαρά οικόπεδο" κι εγώ έλεγα στους φίλους : "αν ο κόσμος ΑΚΟΥΓΕ πραγματικά, τότε το νούμερο 1 του δίσκου είναι το "Θεός αν είναι". Κοίτα τώρα μετά από τόσα χρόνια πόσες επανεκτελέσεις έχει γνωρίσει. Θέλησαν να το πουν και το είπαν άλλοι επιτυχώς, άλλοι ανεπιτυχώς ένα σωρό καλλιτέχνες : Χαρούλα, Τάνια, Δήμητρα, Νταλάρας...
Μάλιστα. Και Δεύτερο πρόγραμμα. Καλά πάμε. Πολύ σε χαίρομαι. :-)
Τα ίδια έκανα κι εγώ με τα τραγούδια και συνεχίζω να τα κάνω. Αλλά έχω το θράσος να τα λέω όχι στη μάνα μου αλλά σε ανθρώπους που ξέρουν πολύ περισσότερα. Και το αστείο είναι ότι με παίρνουν στα σοβαρά.
Δημοσίευση σχολίου