Το «Σαν τη βροχή πριν πέσει» είναι ένα συγκινητικό μυθιστόρημα του Βρεττανού συγγραφέα Τζόναθαν Κόου.
Μια γηραιά κυρία, η Ρόζαμοντ, περιγράφει λεπτομερώς είκοσι ξεθωριασμένες φωτογραφίες. Μέσα από τις περιγραφές αυτές, τις οποίες και μαγνητοφωνεί, ξεδιπλώνεται μια οικογενειακή ιστορία τριών γενεών γυναικών, εγκλωβισμένων στην ίδια τραγική μοίρα, καθώς το φορτίο του πόνου μεταφέρεται ηθελημένα ή αθέλητα από γενιά σε γενιά.
Μυθιστόρημα με πρωτοτυπία και δύναμη στην αφήγηση, βαθιά ανθρώπινο και συγκινητικό.
[...Πήγα να τις βρω, αλλά η Ρεμπέκα δεν στράφηκε όταν άκουσε τα βήματά μου πάνω στα βότσαλα. Σκίασε με το χέρι τα μάτια της, κοίταξε προς τα βουνά και είπε: «Κοίτα αυτά τα σύννεφα. Θα έχουμε καταιγίδα, αν έρθουν προς τα εδώ». Η Τέα άκουσε το σχόλιο. Πάντα αντιλαμβανόταν αμέσως τις μεταβολές της διάθεσης – δεν έπαυε ποτέ να με εκπλήσσει το πόσο ευαίσθητο παιδί ήταν, πόσο τέλεια συντονισμένο με τα συναισθήματα των μεγάλων. Αυτό την έκανε να ρωτήσει: «Γι' αυτό φαίνεσαι λυπημένη;» «Λυπημένη;» είπε η Ρεμπέκα και στράφηκε. «Εγώ; Όχι, δεν με πειράζει η καλοκαιρινή βροχή. Για την ακρίβεια, μου αρέσει. Είναι το αγαπημένο μου είδος». «Το αγαπημένο σου είδος βροχής;» είπε η Τέα. Θυμάμαι πως ήταν συνοφρυωμένη, πως αναλογιζόταν αυτό που είχε ακούσει, κι έπειτα ανακοίνωσε: «Ε λοιπόν, εμένα μου αρέσει η βροχή πριν πέσει». Η Ρεμπέκα χαμογέλασε ακούγοντάς το. Εγώ όμως είπα (με μάλλον υπερβολικό σχολαστικισμό): «Ναι, αγάπη μου, αλλά πριν πέσει δεν είναι πραγματικά βροχή». Είπε η Τέα: «Και τι είναι;» Κι εγώ της εξήγησα: «Στην ουσία, είναι υγρασία. Υγρασία μέσα στα σύννεφα». Η Τέα χαμήλωσε το βλέμμα και φάνηκε να την απορροφά ξανά η τακτοποίηση των βότσαλων στην όχθη: έπιασε δύο κι άρχισε να τα χτυπά μεταξύ τους. Ο ήχος και η αίσθηση φαινόταν να την ευχαριστεί. Εγώ συνέχισα: «Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, δηλαδή, η βροχή πριν πέσει. Πρέπει να πέσει, αλλιώς δεν είναι βροχή». Ήταν ανόητο να λες κάτι τέτοιο σε ένα μικρό παιδί. Έχω μετανιώσει που το ξεκίνησα. Αλλά η Τέα δεν φάνηκε να δυσκολεύεται να συλλάβει το νόημα. Κάθε άλλο, μάλιστα – γιατί ύστερα από λίγες στιγμές με κοίταξε και κούνησε το κεφάλι με οίκτο, σαν να δοκίμαζε την υπομονή της συζητώντας τέτοια θέματα με μια χαζή. «Και βέβαια δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα», είπε. «Γι' αυτό είναι το αγαπημένο μου είδος. Μπορεί κάτι να σε κάνει χαρούμενη ακόμα κι αν δεν είναι αληθινό, έτσι δεν είναι;» Έπειτα έτρεξε προς το νερό, χαμογελώντας πονηρά, ευτυχής που η λογική της της είχε χαρίσει μια τόσο εντυπωσιακή νίκη...]
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, σε μετάφραση Μαργαρίτας Ζαχαριάδου.
________________________
Πηγή για την εικόνα: εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου